"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

20/9/14

Θάνατοι από πείνα και κρύο, στη Λαμία του 1942



                                                               Χρόνια Κατοχής


   Η Μεγάλη Παρασκευή της ορθόδοξης εκκλησίας μας, έγινε πιο πένθιμη για τη Λαμία του 1941 και την Κεντρική Στερεά Ελλάδα. Οι Γερμανοί κατακτητές έστειλαν τα βομβαρδιστικά αεροπλάνα τους να καταστρέψουν όχι μόνο στρατιωτικούς στόχους. Η πόλη δέχτηκε πολλαπλά χτυπήματα με οβίδες στις πλατείες της, σε δρόμους και σε κτίρια, με αθώους πολίτες νεκρούς και τραυματίες. Η 18η Απρίλη ήταν μέρα ηλιόλουστη, αλλά η πόλη ήταν άδεια απ’ τον κόσμο της. 
Γερμανικό τανκ στην πλατεία Ελευθερίας Λαμίας (20-4-1941)
 Οι Άγγλοι και Νεοζηλανδοί υποχωρούσαν αμυνόμενοι και στις 20 Απριλίου – ημέρα του Πάσχα – οι Γερμανοί κατακτητές εισήλθαν στη Λαμία. Στα χωράφια και στα γειτονικά χωριά, οι ξεσπιτωμένες οικογένειες της Λαμίας γιόρτασαν όπως μπορούσαν το Πάσχα. Η σκληρή περίοδος της Κατοχής μόλις άρχιζε.
   Ο γερμανικός στρατός που ήρθε, χωρίς την απαραίτητη επιμελητεία και παραβιάζοντας τις διεθνείς συμβάσεις του 1926 και 1929, κατέσχεσε όλες τις αποθήκες τροφίμων. Όσα τρόφιμα δεν μπορούσαν να καταναλώσουν στον τόπο παραγωγής, οι Γερμανοί, σε επιταγμένα εργοστάσια, τα μετέτρεπαν σε κονσέρβες. Με τον τρόπο αυτό στέρησαν τον ελληνικό πληθυσμό από τα βασικά τρόφιμα. Η γεωργική υπηρεσία της Λαμίας, όπως και αντίστοιχες σε άλλα μέρη της Ελλάδος, διατάχθηκε να κάνει τα λεγόμενα “παρακρατήματα”, για τα στρατεύματα κατοχής. Ήταν ποσότητες δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι, κ.ά.) μετά το θερισμό, που τα συγκέντρωναν και τα έστελναν στην Ιταλία ή στη Γερμανία. Παράλληλα, άνθισε το παραεμπόριο, η μαύρη αγορά, με Έλληνες[1] που δημιούργησαν σχέσεις με τους κατακτητές για ίδιο όφελος. Από τις αγορές των πόλεων έλειψαν τα βασικά τρόφιμα και σύντομα ήρθε ο λιμός.
  Η μαύρη αγορά συνυπήρχε με τη φανερή, αλλά για μερικούς μήνες. Ύστερα η δεύτερη νεκρώθηκε. Η εξαθλίωση απλωνόταν παντού. Η περιφέρεια είχε σχετικό βαθμό αυτονομίας από τη γεωργία και την κτηνοτροφία των κατοίκων της, αλλά κι αυτή συνάντησε δυσκολίες. Στις μεγάλες πόλεις, οι ελλείψεις και οι στερήσεις άρχισαν με την εχθρική εισβολή. Για κάποιες εβδομάδες, όσοι είχαν κάποια χαρτονομίσματα, κάτι έβρισκαν στη λευκή αγορά.
   Στη συνέχεια, μπορούσαν να αγοράζουν ακόμα κάποια φυτικά προϊόντα (χόρτα κυρίως). Στα εστιατόρια, το φαγητό της εποχής ήταν αγκινάρες με ίχνη λαδιού στο ζουμί τους. Στα ζαχαροπλαστεία εμφανίστηκαν κατασκευάσματα … ειδικής σύνθεσης, και οι τιμές ανέβαιναν. Γρήγορα όμως τα καταστήματα άδειασαν κι άρχισαν να κλείνουν με τη σειρά. Μόνο τα καφενεία, με το ρεβιθοκαφέ τους, λειτούργησαν ως το τέλος της Κατοχής.
   Οι λεωφορειακές γραμμές σύντομα νέκρωσαν. Οι μετακινήσεις γίνονται με τα πόδια ή με μεταφορικά ζώα προς τα γειτονικά χωριά, εφόσον δεν υπήρχαν καύσιμα για τα αυτοκίνητα. Στις μεγάλες πόλεις οργανώθηκαν συσσίτια[2] απόρων. Η μερίδα ψωμιού (50 δράμια) διατηρήθηκε για 3 μήνες και το αλάτι με τα σπίρτα του δελτίου, μέχρι το τέλος. Η επισιτιστική κατάσταση όλο και χειροτέρευε. Όμως κανένας δεν μπορούσε να διανοηθεί, εκείνο το πρώτο καλοκαίρι της Κατοχής, το κακό που θ' ακολουθούσε το χειμώνα.
   Τον Ιανουάριο του 1942, οι καιρικές συνθήκες έγιναν πολύ άσχημες. Ο χειμώνας έπεσε βαρύς. Πολλά χιόνια και το θερμόμετρο[3] ήταν για αρκετό χρονικό διάστημα κάτω απ’ το μηδέν. Είχε χρόνια να κάνει τόσο κρύο. Για να ζεσταθούν οι κάτοικοι της περιοχής άρχισαν να ξυλεύουν τα γύρω δάση. Στις πόλεις, όταν δεν είχαν κάτι για να ζεσταθούν, μερικοί έκοβαν δέντρα στα όρια της πόλης (ή και μέσα σ’ αυτήν). Τα σχολεία έκλεισαν και δεν κυκλοφορούσαν αυτοκίνητα.
   Το ηλεκτρικό ρεύμα από την Ηλεκτρική Εταιρία[4] Λαμίας κοβόταν για πολλές ώρες. Ερχόταν 2 ώρες το πρωί, δηλ. 6-8 π.μ. και 6 ώρες από το απόγευμα μέχρι το βράδυ, δηλ. 6-12 μ.μ. Υπήρχε έλλειψη πετρελαίου. Τις πετρελαιομηχανές της Ηλεκτρικής Εταιρείας Λαμίας προμήθευαν με πετρέλαιο οι Γερμανοί (που προερχόταν από τη Ρουμανία). Για τις ατμομηχανές της Ηλεκτρικής Εταιρίας στη διετία 1942-43 χρησιμοποιήθηκε ελαιοπυρήνας ως καύσιμο. Ο δημοτικός φωτισμός λειτουργούσε τότε μέχρι τις 12 το βράδυ, όταν το εργοστάσιο σταματούσε τη λειτουργία του.

Χωρίς κάλτσες και με ρούχα
κουρέλια το παιδί (1941-42)
  Στο βιβλίο του «Χειμώνας ’41», ο Δημήτρης Ψαθάς θα γράψει για την πεινασμένη και παγωμένη Αθήνα : “Παγώνεις ... Φέρνεις μια βόλτα στην Αθήνα, βλέπεις τους γυμνούς σκελετούς να μελανιάζουν, κι' ακούς θρήνους που βγαίνουν απ' τους δρόμους, αλήτες, ανθρωπάκους, γυναικούλες, πιτσιρίκια: Πεινάω! Πεινάω ”.
   Το Μάρτιο του 1942 μια προσωρινή επιτροπή[5] της Ομοσπονδίας[6] Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Φθιώτιδος, για το πρόβλημα της πείνας, πρότεινε στον τότε νομάρχη να διανεμηθεί κατευθείαν στο κοινό, ένα παρακράτημα από την παραγωγή 25 χιλιάδων οκάδων λαδιού στην περιοχή της Πελασγίας. Με κατάσταση απόρων από τη Νομαρχία να υποστηριχθούν οι δεινοπαθούντες. Από το Μάιο 1942 οργανώθηκαν στο νομό τα δελτία αρτοδότησης (διανομή ψωμιού) και  άλλων ειδών διατροφής.
   Με το ένστικτο της επιβίωσης ιδιαίτερα έντονο, ο κόσμος των πόλεων ανακάλυψε ασυνήθιστες διατροφικές τεχνικές και είδη, όπως η μπομπότα[7], το χαρουπάλευρο, το κουκουτσάλευρο. Παρατηρήθηκαν περιπτώσεις[8] να τρώνε σκαντζόχοιρους, χελώνες και μουλάρια. Στην περιφέρεια της Ελλάδος μπορούν να θεωρηθούν τυχεροί όσοι ζούσαν σε μέρη όπου υπήρχε παραγωγική, αγροτική και κτηνοτροφική, δραστηριότητα, όσο βέβαια επέτρεπαν οι κατοχικές συνθήκες.
   Στην Αθήνα οι εφημερίδες γέμιζαν από αγγελίες για την αγορά κοσμημάτων, ενώ κουρελιασμένα και κάτισχνα παιδιά ζητιάνευαν παίρνοντας πού και πού κάποια χάρτινη δραχμή από τους περαστικούς. Με πρωτοβουλία της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε συνεργασία με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, μέχρι τον Ιανουάριο του 1942 το τουρκικό ατμόπλοιο “Κουρτουλούς” πρόλαβε κι έκανε τέσσερα ταξίδια (μέχρι τις 5 Ιαν. 1942) φέρνοντας στην Αθήνα[9] ορισμένες ποσότητες τροφίμων. Η ανθρωπιστική βοήθεια που προσέφερε το τουρκικό πλοίο ήταν περισσότερο συμβολική και όχι ουσιαστική.
   Από το Φθινόπωρο του 1942 ξεκίνησαν τα φορτία τροφίμων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού να εφοδιάζουν διάφορα μέρη της χώρας. Μετά από συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των εμπόλεμων πλευρών (Άγγλων και Γερμανών), συστάθηκε σουηδοελβετική επιτροπή που διένειμε τρόφιμα στην Ελλάδα. Στη Λαμία, το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό εκπροσωπούσε από το 1942 ο Σουηδός Stoure Linner, με τρόφιμα που τα έφερναν στη Λαμία με φορτηγά και τα αποθήκευαν σε αποθήκη (δεν είναι γνωστή η θέση της) και μετά γινόταν διανομή τους μέσω των ιερών ναών (ενοριών) της πόλης. Είναι πιθανό να αποθήκευαν τρόφιμα του Δ.Ε.Σ. στα κτίρια της Δημοτικής Αγοράς της Λαμίας. Αυτά περιλάμβαναν γάλατα, ζάχαρη και κονσέρβες (δεν είναι γνωστό το περιεχόμενό τους). Η προσφορά αυτού του ανθρώπου ήταν μεγάλη, εφόσον έσωσε κόσμο από την πείνα και από τους Γερμανούς (με παρεμβάσεις που έκανε). Αρκεί να θυμίσουμε το στιχάκι που έλεγε ο συγκεντρωμένος κόσμος στην οδό Αινιάνων όπου διέμενε : «Βγες Linner στο μπαλκόνι, ο λαός πεινάει, κρυώνει». Ο Linner[10] έμεινε στη Λαμία μέχρι την αποχώρηση των Γερμανών (το 1944).


1.  Κατάσταση και αποβιώσεις στη συνοικία της ενορίας Αγίων Θεοδώρων

   Όπως προαναφέρθηκε περισσότερο απ’ όλους την πλήρωσαν οι κάτοικοι των πόλεων. Από τους κατοίκους της Λαμίας όσοι διέμεναν στην περιοχή των Αγίων Θεοδώρων, που δεν ήταν αγρότες για να έχουν δημητριακά, ελιές, λαχανικά, κ.ά., ούτε κτηνοτρόφοι για να έχουν κρέας, γάλα, τυρί, κ.ά., αν και στην περιοχή του Αφανού ξεχείμαζαν κάποιοι νομάδες κτηνοτρόφοι. Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν εργάτες και μικροεπαγγελματίες, με πρόσκαιρες κι αβέβαιες δουλειές όπως και το μεροκάματο. Εκτός από τα τρόφιμα, τους έλειπαν και τα ξύλα για να περάσουν το βαρύ χειμώνα του 1941-42.
   Έχουμε ακριβή στοιχεία από το 1928 μέχρι το 1984 δηλ. για 56 χρόνια.
Έτσι οι αποβιώσεις στην ζώνη της ενορίας αυτής αυξήθηκαν πολύ, ώστε από 25 θανάτους το 1940, έγιναν 38 το 1941, κορυφώθηκαν σε 92 θανάτους στο 1942, ακολούθησε ελάττωση σε 50 θανάτους στο 1943, ενώ στο 1944, με τη λήξη της Κατοχής, έχουμε το μικρό αριθμό των 19 θανάτων (βλ. παρατιθέμενο πίνακα 1).
Οι μήνες με τους περισσότερους θανάτους στο 1942 ήταν : ο Φεβρουάριος (9 θάνατοι), ο Μάρτιος (με 8), ο Απρίλιος (με 14 θανάτους, τους περισσότερους όλης της χρονιάς), ο Ιούνιος (με 10), ο Νοέμβριος (με 10) και ο Δεκέμβριος (με 11 θανάτους).
   Οι ηλικίες 61-90 ετών κατέγραψαν μεγάλους αριθμούς αποβιώσεων στο 1942, με 39 θανάτους. Ακολούθησαν τα νήπια μέχρι ενός έτους, με 11 θανάτους. Οι άλλες ηλικίες παρουσίασαν μικρότερους αριθμούς θανάτων.
Γέροντας με συσσίτιο (χειμώνας 1941-42)
Αναζητήθηκαν οι αιτιολογίες, που οδήγησαν στο θάνατο τους κατοίκους των Αγίων Θεοδώρων, τη χρονιά αυτή (1942). Συγκεκριμένα :
 (α) Ο μεγαλύτερος αριθμός θανάτων προήλθε από διατροφικό έλλειμμα. Συγκεκριμένα 28 άνθρωποι πέθαναν από ασιτία, αθρεψία ή ατροφία και εξάντληση. Είναι τα θύματα της πείνας. Σ’ αυτούς πρέπει να προστεθούν άλλοι 6 θάνατοι από ψύξη και ζωική εξάντληση. Είναι θύματα του σκληρού χειμώνα και της λιγοστής ή ανύπαρκτης θέρμανσης.
(β)  Ακολουθούν 16 θάνατοι από πνευμονία, φυματίωση και άλλες αναπνευστικές αιτίες.
(γ)  Μετά έρχονται 14 θάνατοι από καρδιακές παθήσεις ή κυκλοφοριακά προβλήματα.
(δ)  Η τρίτη ηλικία έχει 6 θύματα, που είναι 3πλάσια από το μέσο όρο των θανάτων λόγω γήρατος.
(ε)  Τέλος έχουμε 5 θανάτους από προβλήματα νεφρών, 4 θάνατοι από εντερικά προβλήματα και 10 θάνατοι από άλλες αιτίες.


2.      Κατάσταση και αποβιώσεις στην ενορία του Ι. Ν. Αγίου Νικολάου

   Τα διαθέσιμα στοιχεία από τα βιβλία του Ναού καλύπτουν την περίοδο 1913-1955, δηλ. έχουν διάρκεια 42 ετών. Σε μια σχεδόν κεντρική περιοχή της πόλης και ενορία της Λαμίας, όπως αυτή του Αγίου Νικολάου, όπου :
 -   ήταν αριθμητικά μεγαλύτερη (με ποσοστό 36% του πληθυσμού της) η τρίτη ηλικία και ακολουθούσε η δεύτερη ηλικία (21-60 ετών), με ποσοστό 32%.
-   οι κάτοικοί της ήταν σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες της πόλης (ήταν εισοδηματίες-κτηματίες, έμποροι-επιχειρηματίες, βιοτέχνες, γιατροί, μηχανικοί, κ.ά.).
-    οι κάτοικοί της είχαν καλύτερη υποδομή σε κατοικίες, διαθέτοντας νερό και αποχέτευση (τουλάχιστον στην πλειονότητά τους).
   Έτσι, η περίοδος της γερμανικής κατοχής 1941-44 είχε λιγότερες επιπτώσεις από τις άλλες περιφερειακές συνοικίες της Λαμίας. Συγκεκριμένα καταγράφηκε:
α)   Αύξηση των αποβιώσεων στη διάρκεια του 1942 (βλ. διπλανό πίνακα 2), κυρίως ατόμων μεγάλης ηλικίας. Οι 39 αποβιώσεις του 1942 κατανέμονται ως εξής :  22 θάνατοι σε άτομα άνω των 60 ετών, 11 θάνατοι σε άτομα μέσης ηλικίας 21-60 ετών και 6 θάνατοι σε παιδιά.
β)  Η περίοδος της κατοχής δεν στοίχισε πολύ στις παιδικές ηλικίες. Μετά το έτος 1940 χωρίς θάνατο παιδιού, έχουμε πάλι παιδικές αποβιώσεις, που - στο έτος 1942 - δεν πέρασαν τον αριθμό 6 θανάτων παιδιών. Αυτό δείχνει το καλό βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της ενορίας αυτής, με καλές συνθήκες υγιεινής, με ανάλογη διατροφή, τα αναγκαία φάρμακα για ασθένειες, κλπ.
γ)  Δεν έχει καταγραφεί στην ενορία Αγίου Νικολάου, κανένα περιστατικό θανάτου από ψύξη (έλλειψη θέρμανσης) ή από πείνα. Για σύγκριση, στη γειτονική ενορία των Αγίων Θεοδώρων Λαμίας, στα χρόνια της κατοχής και ιδιαίτερα το 1942, έχουν καταγραφεί 28 θάνατοι από διατροφικό έλλειμμα (πείνα) και 6 θάνατοι από υποθερμία (ψύξη)! 
δ)  Την περίοδο της κατοχής εμφανίζεται στην ενορία για δεύτερη φορά το φαινόμενο, οι θάνατοι να ξεπερνούν τις γεννήσεις. Αυτό συμβαίνει τα έτη : 1941 με 19 γεννήσεις και 22 θανάτους και το 1942 με 22 γεννήσεις και 39 θανάτους (βλ. πίνακα 3). Στη συνέχεια η ζωή υπερβαίνει το θάνατο..
Βομβαρδισμένος δρόμος και καταστήματα (23-4-1942)
 ε)  Καταστράφηκαν (ή έπαθαν σοβαρές ζημιές) επιχειρήσεις. Η καταστροφή προήλθε από το βομβαρδισμό του κέντρου της Λαμίας τον Απρίλιο του 1941, αλλά και από τη λεηλασία των καταστημάτων την ημέρα του βομβαρδισμού και τις επόμενες (εφόσον οι Λαμιώτες έφυγαν από την πόλη για να σωθούν). Επίσης κάποιες επιχειρήσεις[11] καταστράφηκαν από βίαιες επιτάξεις του εμπορεύματος, που έγιναν από Γερμανούς.
ζ) Είχε σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους επιχειρηματίες-εμπόρους από τον τεράστιο πληθωρισμό και την αχρήστευση - ουσιαστικά - του νομίσματος της δραχμής. Τους έμειναν ολόκληρα σακιά με χαρτονομίσματα, χωρίς αγοραστική αξία. Παράλληλα η αγορά δεν μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς νόμισμα. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που διέσωσαν την κινητή περιουσία τους, αν είχαν προλάβει να τη μετατρέψουν σε χρυσές λίρες Αγγλίας.



3.      Κατάσταση και αποβιώσεις στην ενορία του Ι. Ν. Παν.  Δέσποινας


   Τα στοιχεία που διαθέτουμε, αναφέρονται στην περίοδο 1926-1951, δηλ. σε χρονική διάρκεια μόλις 25 ετών.
Από τον Απρίλιο του 1941 αρχίζει η Κατοχή. Ο βαρύς χειμώνας που ακολούθησε επιβάρυνε το λαό μας με προβλήματα από το ψύχος και την πείνα. Στη ζώνη της ενορίας Παναγίας Δέσποινας, κατά το έτος 1942, οι αποβιώσεις διπλασιάζονται (βλ. Πίνακα 4), φτάνοντας τον αριθμό των 102 θανάτων!
Ειδικά τα παιδιά (μέχρι 10 ετών) “την πληρώνουν”, όπως πάντα, αποτελώντας τα πρώτα και μεγαλύτερα θύματα στις δοκιμασίες που περνά κάθε λαός. Κατά το 1942, οι θάνατοι παιδιών τριπλασιάζονται (βλ. Πίνακα 5).
Το σκληρότερο όμως γεγονός κατά τη διάρκεια του 1942, είναι οι 6 θάνατοι παιδιών από πείνα. Κατά τη διάρκεια του 1943 καταγράφεται 1 ακόμα θάνατος παιδιού από πείνα. Παράλληλα, το 1942, έχουμε μεγάλη    αύξηση παιδικών θανάτων από διάφορες αιτίες.
   Επίσης, κατά τη διάρκεια του 1942, στην ηλικιακή ομάδα 21-60 ετών, καταγράφηκαν 5 θάνατοι από πείνα. Ευτυχώς, στους νέους και ενήλικες δεν σημειώθηκαν θάνατοι από το ψύχος.
   Στους ηλικιωμένους (άνω των 60 ετών), κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι θάνατοι αυξήθηκαν 2-3 φορές.



4.      Κατάσταση και αποβιώσεις στην ενορία του Ι. Ν. Ευαγγελίστριας

   Το διαθέσιμο αρχειακό υλικό των βιβλίων του Ι. Ν. καλύπτει τη σχετικά νεότερη περίοδο 1923-1971. Στη διάρκεια του 1942, οι αριθμοί αποβιώσεων διπλασιάζονται (βλ. παρατιθέμενο πίνακα 6), φτάνοντας τους 60 θανάτους! Η ενοριακή ζώνη καλύπτει το κέντρο της Λαμίας (και την περιοχή του λόφου Αγίου Λουκά). 
  Από οικονομική άποψη οι κάτοικοι ανήκαν στην υψηλή εισοδηματικά τάξη με πολλούς εμπόρους (56), κτηματίες (29) και σπουδαγμένους ελεύθερους επαγγελματίες (γιατρούς, δικηγόρους) που είχαν ιδιόκτητα καταστήματα, γραφεία ή επιχειρήσεις σε κεντρικά και αγοραία σημεία της Λαμίας. Επίσης είναι σημαντικός ο αριθμός των υπαλλήλων (σε διάφορα υπηρεσιακά αντικείμενα), με εξασφαλισμένο εισόδημα και στην πλειοψηφία τους με ιδιόκτητη κατοικία στην ακριβοθώρητη ζώνη από την οδό Βύρωνος και Διάκου μέχρι την κορυφή του λόφου του Αγίου Λουκά.
   Παρ’ όλα αυτά, η πρωτόγνωρη κατάσταση της Κατοχής με τον βαρύ χειμώνα του 1942 επηρεάζουν τους αστούς της ζώνης αυτής, που αντιμετωπίζουν - όπως όλοι - οικονομικές δυσκολίες, έλλειψη βασικών αγαθών για τη διατροφή τους, όσο και σε καύσιμη ύλη για τη θέρμανση των σπιτιών τους.



5.      Κατάσταση και αποβιώσεις στην ενορία του Ι. Ν. Αγίου Δημητρίου

   Το αρχειακό υλικό από τα βιβλία του Ναού καλύπτει την περίοδο 1929-1965, δηλ. έχει χρονική διάρκεια 36 ετών. Η ζώνη της ενορίας αυτής κάλυπτε το νότιο τμήμα της πόλης μέχρι[12] τη σιδηροδρομική γραμμή. Οι κάτοικοί της (στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα) ήταν εργάτες, κτηματίες, αγρότες, υπάλληλοι, έμποροι και επαγγελματίες (αστική[13] ζώνη). 
   Με την είσοδο της Κατοχής, οι αποβιώσεις αυξάνονται. Στο δυσκολότερο έτος της περιόδου αυτής, το 1942, διπλασιάζονται οι θάνατοι, σε σχέση με το 1940 (βλ. πίνακα 7).
   Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό για τη ζώνη της ενορίας αυτής είναι η αριθμητική κορύφωση των περιστατικών βίαιων θανάτων με 18 θύματα στο τελευταίο έτος (1944) της Κατοχής,. Ήταν θύματα της τακτικής αντιποίνων για τη δράση των αντιστασιακών ομάδων.


Επίλογος

   Ο χειμώνας του 1942 υπήρξε ο πλέον δραματικός της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Ποτέ άλλοτε, είτε σε καιρούς επαναστάσεων, πολέμων και εθνικών κινδύνων είτε σε περιόδους φυσικών καταστροφών, δεν καταγράφηκε (ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις) τόσο μεγάλος αριθμός θυμάτων και ακόμη περισσότερο απαξίωση και εξευτελισμός της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.
   Η Λαμία, όπως άλλες περιφερειακές πόλεις, με τη συνδρομή των χωριών μας, που διατηρούσαν κάποια αυτονομία βασικών αγαθών, έχασε ανθρώπους από πείνα και κρύο, χωρίς όμως να φτάσει σε κατάσταση λιμού, ούτε να πεθαίνουν οι άνθρωποι στο δρόμο. Οι γέροντες, οι άρρωστοι ήταν τα θύματα της πείνας, της έλλειψης θέρμανσης και φαρμάκων. Αντίθετα, όπως φαίνεται από τους αριθμούς, τα παιδιά αντιστάθηκαν σχετικά περισσότερο. Να μην ξανάρθουν τέτοιες μέρες …

Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
               φυσικός



ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1.      Βιβλία Ιερών Ναών Λαμίας
2.      Ιστοσελίδα http://el.wikipedia.org
3.      Ιστοσελίδα http://www.skamnosvoice.gr/
4.      περ. Επτά ΗΜΕΡΕΣ, εφ. “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”, άρθρο του Γ.Α. Λεονταρίτη, Σάββατο-Κυριακή 28-29 Οκτωβρίου 1995
5.      Φωτογραφικό Λεύκωμα της Βούλας Παπαϊωάννου.
6.      Βάσου Μαθιόπουλου : Εικόνες Κατοχής, 1980, επανέκδοση εφ. ΤΑ ΝΕΑ.
7.      60 χρόνια λειτουργίας της Ομοσπονδίας μας (1927-1987), έκδ. της Ο.Ε.Β.Φ., 1993, Λαμία.


------------------------------------------------------------

Δημοσιεύτηκε στην εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ (φ. 20531), σελ. 8-9, στις 18/19 Ιανουαρίου 2014.


[1] Υπήρχαν κάποιοι Λαμιώτες ιταλόφιλοι μαυραγορίτες, που ζητούσαν (με πλάγιους τρόπους) σιτάρι για να το πουλήσουν ακριβά. [βλ. υποσημείωση στην εργασία του Αθαν. Μπαλωμένου “Δρόμοι, Καταστήματα και Ιδιοκτησίες της προπολεμικής Λαμίας (Δεκαετία 1930-40)”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2001, σελ. 66, Λαμία]
[2] Οι μερίδες τους είχαν ελάχιστη θρεπτική αξία ή λιπαρές ουσίες. Πάντως μικρό τμήμα του πληθυσμού κατάφερνε να βρει τροφή (στην Αθήνα ούτε το ¼ των πεινασμένων ανθρώπων).
[3] Στη Μακεδονία οι θερμοκρασίες κυμάνθηκαν μεταξύ 18-22 βαθμών υπό το μηδέν. Στις 24 Ιανουαρίου 1942, το θερμόμετρο μέσα στη Θεσσαλονίκη κατέγραψε -13 βαθμούς C.
[4] Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου “Ηλεκτρική Εταιρεία Λαμίας (1911-1958)”,  περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2003, σελ. 94-111, Λαμία.
[5] Στελεχώθηκε από τους : Α. Πανδρούλα Πρόεδρο, Κ. Θεοδοσόπουλο Αντιπρόεδρο, Β. Ζιώγα Γεν. Γραμματέα, Ν. Κουτσοδόντη Ταμία και Χρ. Χριστόπουλο Έφορο.
[6] “60 χρόνια λειτουργίας της Ομοσπονδίας μας (1927-1987)”, έκδ. της Ο. Ε. Β. Φθιώτιδος, σ. 24-25, Λαμία 1993.
[7] που έγινε συνώνυμη της κατοχικής πείνας.
[8] Στο Αισχροδικείο της Αθήνας εκδικάζονταν όλο και περισσότερες περιπτώσεις ανθρώπων που συλλαμβάνονταν ως «μαυραγορίτες» που όπως αποδειχνόταν τελικά έκλεβαν γάτες, σκύλους αλλά και γαϊδούρια, όχι για να τα πουλήσουν, αλλά για να τα φάνε.
[9] Από το Δεκέμβριο του 1941 οργανώθηκε ένα μεγάλο δίκτυο συσσιτίων (με πρωτοβουλία του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού). Από τις 28 Ιανουαρίου 1942 άρχισαν και τα μαθητικά συσσίτια. Ήταν πολύ σημαντική βοήθεια, που έσωσε κόσμο απ’ την πείνα.
[10] Η πόλη της Λαμίας ακόμα δεν απέδωσε την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη για την προσφορά αυτού του ανθρώπου. Από τον Ιανουάριο 2004 σε σημείωμά μου (δημοσιεύτηκε στην εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ) με τίτλο “Αγνωμοσύνη”, είχα προτείνει να τιμηθεί  ο Σουηδός ευεργέτης της Λαμίας, όπως τιμήθηκε από τον (τότε) Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνστ. Στεφανόπουλο, ο Χανς Ένλεστρολ, Σουηδός εκπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και αντίστοιχος ευεργέτης για την Πάτρα. Αιδώς στη δημοτική αρχή …
[11] Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μεγάλη εμπορική επιχείρηση του Νικολάου Δούκα στην οδό Όθωνος με σίδερα - δοκούς - σωλήνες -κ.ά. Οι Γερμανοί πήραν τα σίδερα για να φτιάξουν γέφυρες, σιδηρ. γραμμές, κλπ., καταστρέφοντας την επιχείρηση.
[12] Το υπόλοιπο τμήμα κάτω από τη σιδηρ. γραμμή (νοτιότερα) το κάλυπτε ο Ι. Ν. της Αγίας Παρασκευής Νέας Άμπλιανης.
[13] Σε ποσοστό 57% , ο ενεργός πληθυσμός της ζώνης αυτής ανήκε στον τριτογενή τομέα παραγωγής (υπηρεσίες).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου