"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

22/9/16

Γιάννης Γρηγορίου Παπασιόπουλος


Ο γιατρός, ο δήμαρχος, ο άνθρωπος



Η βιογραφία του, με τη ματιά και επιμέλεια της κόρης του




   Ο Γιάννης Παπασιόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία στις 21/11/1904. Ο πατέρας του λεγόταν Γρηγόριος, ήταν παιδί ιερέα με καταγωγή από το Σούλι. Ο Γρηγόριος έφυγε από το χωριό Λάσπη (μετονομάστηκε σε Άγιο Νικόλαο Ευρυτανίας) και κατέβηκε στη Λαμία, όπου και πρόκοψε ως έμπορος υφασμάτων. Η μητέρα του Γιάννη λεγόταν Ευαγγελία Λάγου και καταγόταν από την Άμφισσα.
   Στη Λαμία ο Γιάννης τελείωσε τη βασική του εκπαίδευση.
   Από νεαρή ηλικία διακρινόταν για τη δύναμη της θέλησης, την επιμονή στην επίτευξη των στόχων και την αγάπη στον άνθρωπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από νωρίς αποφάσισε να γίνει γιατρός και μάλιστα χειρουργός, κάτι που πέτυχε, παρ’ όλο που όταν ήταν μικρός δεν άντεχε στη θέα του αίματος.
   Στο Πανεπιστήμιο, στην Αθήνα, γνώρισε την Ανδρονίκη (Νίκη) Χουρμουζιάδου, καταγόμενη από ευκατάστατη οικογένεια του Φαναρίου της Πόλης, με σπουδές στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο, όπου εμποτίστηκε με την αγάπη για τη μητέρα Ελλάδα. Μετά την έλευσή της στην Αθήνα το 1921, για σπουδές στην Ιατρική Αθηνών, αποκλείστηκε από τους γονείς της και τις χορηγίες τους, λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής, και - ταυτόχρονα με τις σπουδές της - εργαζόταν για να καλύψει τις δαπάνες διαβίωσης και σπουδών της.
   Η συνάντησή τους υπήρξε καθοριστική και για τους δυο. Εκείνος επίμονος και με έντονη από τότε την αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα, τη Λαμία. Εκείνη εργατική και αφοσιωμένη στους στόχους της. Έρχεται πρώτη στη Λαμία μετά από πρόσκληση του Γρηγορίου Παπασιόπουλου και ανοίγει μικροβιολογικό εργαστήρι. Είχε σπουδάσει μικροβιολόγος- αιματολόγος και στήριξε το Γιάννη στην έλευση, βοηθώντας τον να ανοίξει χειρουργική κλινική. Παντρεύτηκαν και απέκτησαν δύο παιδιά, το Γρηγόριο και την Καλλιόπη.
   Με τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, λόγω της προφυματίωσης από την οποία έπασχε ο Γιάννης, ορίσθηκε υπεύθυνος στο νοσοκομείο της Λαμίας. Εκείνος όμως αρνήθηκε τη θέση και προχώρησε στην εμπόλεμη ζώνη. Έφθασε μέχρι το Α’ ορεινό χειρουργείο στην Αλβανία. Εκεί εφάρμοσε μία δική του μέθοδο για την αποφυγή αποκοπής των κάτω άκρων Ελλήνων στρατιωτών, που επλήγησαν από κρυοπαγήματα, με την ανάρτηση του πληγέντος μέλους το οποίο και έσωζε.
Ιωάννης Γρηγ. Παπασιόπουλος
   Με την επιστροφή του, μετά την είσοδο των Γερμανών στη Λαμία, ορίστηκε υπεύθυνος στο νοσοκομείο της Λαμίας. Εκεί, μετά από κατηγορία προς τους Ιταλούς ότι νοσήλευε ΕΑΜίτες, συλλαμβάνεται και αποστέλλεται στο στρατόπεδο της Λάρισας προς εκτέλεση, μαζί με τον συμπολίτη και φίλο του φαρμακοποιό, Βασίλη Παπαγεωργίου.
   Το πρώτο θαύμα συνέβη την ημέρα εκτέλεσής τους, όταν ο υπεύθυνος Ιταλός αξιωματικός, διαβάζοντας το όνομα του Γιάννη, διαπίστωσε πως ήταν αυτός ο γιατρός, που στο νοσοκομείο της Λαμίας τον είχε σώσει από οξεία περιτονίτιδα .Έτσι ακυρώνεται η εκτέλεση και ο Γιάννης επιστρέφει στη θέση του στο νοσοκομείο υπό στενή παρακολούθηση από καταδότες, οι οποίοι αναφέρονταν στη Γκεστάπο.
   Μετά την απελευθέρωση, άρχισε να λειτουργεί ως χειρουργός και ιδιωτικά. Όμως η πολιτική κατάσταση στη χώρα ήταν ταραγμένη και υπήρχαν παρακρατικές ομάδες που λειτουργούσαν ως τιμωροί όσων πολιτών δεν συμφωνούσαν με τις δικές τους απόψεις. Έτσι δημιουργήθηκε μία κατάσταση άκρως ανησυχητική. Με το ξέσπασμα του εμφυλίου, η κατάσταση οξύνθηκε. Ο Γιάννης, με μεθοδεύσεις γνωστού πολιτικού που λειτουργούσε υπό τις εντολές ξένων μυστικών υπηρεσιών, κατηγορήθηκε ότι συνεργάζεται με τους αντάρτες, και με ψευδομαρτυρίες, καταδικάστηκε από τον περιώνυμο στρατοδίκη Γιαννόπουλο, τον επονομασθέντα «Κινίνο», σε εκτέλεση.

19/9/16

Από την Παλαιοβράχα Φθιώτιδος, μετανάστες στην Αμερική (1904-1924)



Προλεγόμενα


  Δεν έχω επισκεφτεί την Παλαιοβράχα δυστυχώς, αν και υπάρχουν γνωστοί και φίλοι που κατάγονται από κει. Θυμάμαι ιδιαίτερα την αείμνηστη Λούλα Πολίτη-Τσεργά, που μου μιλούσε για τον τόπο που γεννήθηκε και τα αδέρφια της. Δεν ξέρω βέβαια επώνυμα των ανθρώπων από την Παλαιοβράχα, αλλά άλλη Παλαιοβράχα δεν υπάρχει στην Ελλάδα και έτσι δεν υπήρχε φόβος κάποιου λάθους.
   Η προσπάθεια αυτή αναζήτησε και κατέγραψε 39 μεταναστευτικά ταξίδια των ανθρώπων της προς την Αμερική στις πρώτες δύο 10ετίες του 20ού αιώνα. Εντοπίστηκαν έτσι 148 μετανάστες (απ’ αυτούς οι 15 έκαναν διπλό ταξίδι στην Αμερική).
  Πιθανά να υπάρχουν κι άλλοι μετανάστες που δεν εντοπίστηκαν και θα βρεθούν στη συνέχεια. Η όλη αναζήτηση είναι δύσκολη και χρονοβόρος, εφόσον τα στοιχεία του αμερικανικού αρχείου είναι χειρόγραφα και μερικά δεν διαβάζονται εύκολα.
   Η εργασία-μελέτη αυτή θέλει να τιμήσει τους ανθρώπους της Παλαιοβράχας, για την τόλμη και την απόφαση να φύγουν στα ξένα (μερικοί ίσως να μην ξαναδούν τον τόπο τους), θυσιάζοντας τα καλύτερά τους χρόνια για να  ζήσει η γονική οικογένεια και οι ίδιοι καλύτερα.
      Μετά από ένα και πλέον αιώνα, η προσπάθεια αυτή αποτείνεται στο θυμικό όσων έζησαν ή έχουν εικόνες από τα χρόνια της μετανάστευσης στην Αμερική. Είναι όμως μια αναγκαία κατάθεση μνήμης για τους νεότερους, στους οποίους και αφιερώνεται.

Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος
                    φυσικός

Η εκκλησία της Παλαιοβράχας



12/9/16

Τα χρόνια του ανθρώπου




Από τη λαϊκή σοφία[1]



   Ο γερο-Λαμπρογρηγόρης[2], ένας γέροντας φουστανελάς με κόκκινο φέσι τυλιγμένο με μαύρο τούλι και με την αγκλιδέρα του (το μπαστούνι) φώναξε μια μέρα τον 15χρονο Γεώργιο Πολίτη[3] να του δέσει το τσιγάρο του, γιατί έτρεμαν τα χέρια του. Τον φώναζε συχνά κοντά του για κουβέντα. Μια μέρα του είπε :
- Έχεις διαβάσει την Παλαιά Διαθήκη;
- Ναι παππού, του λέω. Γιατί με ρωτάς;
- Ξέρεις, μου λέει, είναι γραμμένη ανάποδα. Πρώτα-πρώτα έφκιαξε τον άνθρωπο με λάσπη, όπως και όλα τα πλάσματά του, και τον έστησε σ’ ένα τσμάρι (ύψωμα) χωρίς να του δώσει ζωή και μετά τα άλλα ζωντανά. Σε κάθε ένα, αφού του έδινε ζωή, του ’λεγε και τον προορισμό του και πόσα χρόνια θα ζει και ότι ο άνθρωπος (και του τον έδειχνε) θα είναι ο αφέντης του, κύριος ζωής και θανάτου του. Κάθε ζωντανό σκεφτόταν λίγο και έλεγε: 
- Θεούλη μου να χαρείς, λιγόστεψε τα χρόνια μου, δεν αντέχω τόσα πολλά να με παιδεύει ο άνθρωπος.
   Ο Θεός το λυπόταν το ζωντανό και έκοβε μερικά χρόνια και τα ’ριχνε μέσα σε ένα σακί που είχε μπροστά του. Όταν τελείωσε τα ζωντανά, έφτασε και στον άνθρωπο. Του ’δωσε ζωή, του είπε τον προορισμό του, του έδειξε όλα τα ζωντανά που περπάταγαν, βοσκούσαν, πετούσαν και του είπε :
- Όλα αυτά δικά σου και θα ζεις 33 χρόνια.
   Τήραξε ο άνθρωπος δεξιά, τήραξε ζερβά, είδε τα πετούμενα, λογίστηκε και του ’ρθανε λίγα τα χρόνια.
- Θεούλη μου, του λέει, τι να προφτάσω μέσα σε 33 χρόνια; Πολύ λίγα είναι, δεν μπορείς να τ’ αυγατίσεις λίγο;
- Ά, του λέει ο Θεός, εγώ δεν αλλάζω τις αποφάσεις μου, αλλά έχω εδώ μερικά ρετάλια από χρόνια και θα δίνω στο καθένα, όσα πιάνει το χέρι μου αμέτρητα.
   Γυρίζοντας στο μικρό συνομιλητή του ο γερο-Λαμπρογρηγόρης του είπε :
 - Είδες, για τον εαυτό του κράτησε μόνον 33 χρόνια και μόλις μπήκε στα 34 τον σταύρωσαν. Ήταν ξένα τα χρόνια, ήταν προβατίσια που τα σουβλίζει ο άνθρωπος.
 - Τώρα εγώ περνάω κάτι χρόνια που μοιάζουν για χοιρινά, πόσα χρόνια λες να είχε κόψει ο Θεός από το γουρούνι; Και ποιος ξέρει τίνος ζωντανού έρχονται μετά;

Επιλογή Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου, φυσικού




ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1] Από το ανέκδοτο βιβλίο “Σκόρπιες μνήμες και διαλογισμοί”, του Γεωργίου Ανδρ. Πολίτη, Γενικού Αρχίατρου Ε.Α., 1989, Αθήνα.
[2] Ο γερο-Λαμπρογρηγόρης (Γρηγόρης Λάμπρου) ήταν ο πρώτος Πρόεδρος της Κοινότητας Παλαιοβράχας το 1912. Ήταν συνταξιούχος δικαστικός κλητήρας.
[3] Από τη Φτέρη (1899-1997). Σπούδασε την ιατρική και μετά έγινε στρατιωτικός γιατρός. Αποστρατεύτηκε το 1954 με το βαθμό του Γενικού Αρχίατρου. Υπηρέτησε στη Λαμία αρκετά χρόνια.


7/9/16

Από τη Χόχλια Ευρυτανίας, μετανάστες στην Αμερική (1906-1922)



Πρόλογος


   Δεν έχω πάει στο χωριό αυτό. Συγκεντρώνοντας υλικό μεταναστών εδώ και κάποια χρόνια, παράλληλα κράτησα στοιχεία και για όσους προήλθαν από το χωριό αυτό. Η γνωριμία που απέκτησα πριν αρκετά χρόνια, με το Γεώργιο Στυλ. Κατσίφα, ήταν το κίνητρο για να συνεχίσω και ολοκληρώσω την παρούσα εργασία.
   Το πρόβλημα ήταν ότι δεν ξέρω επώνυμα των κατοίκων της. Θυμίζω τη (συνήθη) περίπτωση που αρκετοί, τότε στις ΗΠΑ, δήλωναν ότι γεννήθηκαν ή ότι διέμεναν στη μεγαλύτερη πόλη (π.χ. Καρπενήσι ή Λαμία) ή στο κεφαλοχώρι της περιοχής. Επιπλέον το τοπωνύμιο Χόχλια ή Κόχλια μοιάζει πολύ με το Κόκλα, που υπάρχει στην Αργολίδα και στη Μεσσηνία, είναι δε επιπλέον το παλαιότερο όνομα των οικισμών Πλαταιές Βοιωτίας και Πηγάδι Ηλείας. Προσπάθησα και ελπίζω να απέφυγα κάποιο λάθος.
   Πάντως,η εργασία αυτή κατέγραψε ως μετανάστες από τη Χόχλια, όσους δήλωσαν ότι γεννήθηκαν ή διέμεναν στη Χόχλια. Για συμπλήρωση της εργασίας δημιούργησα ένα Χρονικό της Μετανάστευσης, με όλα τα διατιθέμενα στοιχεία του αμερικανικού αρχείου.
   Για το αποτέλεσμα αυτό χρειάστηκαν πολλές ώρες και μέρες εντατικής απασχόλησης. Με βοήθησε πολύ, μέσω του Διαδικτύου, το εξαιρετικό αμερικανικό αρχείο μετανάστευσης του νησιού Έλλις (Ellis Island). Η έρευνα απέδωσε 13 μεταναστευτικά ταξίδια, από 27 μετανάστες (βρέθηκαν 9 που έκαναν διπλό ταξίδι στην Αμερική). Είναι πιθανό να διέφυγαν κάποια ονόματα που δεν εντόπισα παρά την επίμονη αναζήτηση.
   Η παρούσα εργασία θα μπορούσε να εμπλουτιστεί με φωτογραφικό υλικό των μεταναστών στις ΗΠΑ, που εγώ δεν έχω αυτή τη δυνατότητα. Ο τοπικός Σύλλογος ή με πρωτοβουλία κάποιου (ή κάποιων) μπορεί να αναζητήσει και να βρεθούν στη Χόχλια κάποιες φωτογραφίες, που θα εμπλουτίσουν την προσπάθεια αυτή. Επίσης μπορεί να συμπληρωθεί η εργασία, με την τύχη των μεταναστών αυτών, δηλ. ποιοι γύρισαν στην πατρίδα και ποια ήταν η προκοπή τους (επαγγελματική και προσωπική).
   Η εργασία-μελέτη αυτή θέλει να τιμήσει τους ανθρώπους της Χόχλιας, για την τόλμη και την απόφαση να φύγουν στα ξένα (μερικοί ίσως να μην ξαναδούν τον τόπο τους), θυσιάζοντας τα καλύτερά τους χρόνια για να  ζήσει η γονική οικογένεια και οι ίδιοι καλύτερα.
   Μετά από έναν αιώνα, η προσπάθεια αυτή αποτείνεται στο θυμικό όσων έζησαν ή έχουν εικόνες από τα χρόνια της μετανάστευσης στην Αμερική. Είναι όμως μια αναγκαία κατάθεση μνήμης για τους νεότερους, στους οποίους και αφιερώνεται.

Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος
                    φυσικός

Χόχλια Ευρυτανίας